Σμαραγδένιος Κύκλος

14 Μαρτίου 2019

Εσύ είσαι το Θαύμα

 
 

Ήταν μέσα σε μία χρυσή μπούκλα… που η ιστορία εκτυλισσόταν, και η μπούκλα είχε πολλές στροφές και ήταν όλο καμπύλες. Καμία ευθεία για ανάπαυλα. Καμία ευθεία για να ξαποστάσει. Με κομμένη την ανάσα ταξίδευε με όλο και μεγαλύτερη ταχύτητα μέσα σ’ αυτή την χρυσή μπούκλα. Το παράδοξο ήταν ότι ενώ βρισκόταν μέσα στην χρυσαφένια μπούκλα, πίστευε ότι αλήθεια βρισκόταν κάπου, κάπως, κάνοντας κάτι και ήταν κάποιος.

Οι περιδινήσεις την ζάλιζαν και μέσα στην θολούρα της έβλεπε θολούρες! Ιστορίες γεμάτες αντιθέσεις, αμηχανίες, ζητήματα, προβλήματα, δυσκολίες και αδιέξοδα. Τι άλλο θα έβλεπε κάποιος μέσα σε μία συνεχή ζαλάδα; Και πώς να μην ξεχάσει ολοσχερώς ότι ο λόγος που ταξίδευε μέσα στην χρυσαφένια μπούκλα ήταν για ν’ ανακτήσει και όχι για ν’ αποκτήσει.

Έτσι συνέβη, που σε μία απρόσμενη στροφή, μία αντίθετης κατεύθυνσης στροφή την περίμενε. Και ήταν σ’ εκείνη την απότομη εναλλαγή της περιδίνησης που η Μέρλυα είχε την πρώτη λάμψη της αλήθειας. Σ’ εκείνη την τόσο μικρή στιγμή του χρόνου θυμήθηκε ότι ταξίδευε για ν’ ανακτήσει! Αυτό ήταν ένα θαύμα! Το ταξίδι συνεχιζόταν αλλά η Μέρλυα ήταν εκστατική μέσα στην μνήμη της στιγμής. Ο χρόνος περνούσε στο ταξίδι, αλλά εκείνη κρατούσε μέσα της την στιγμή που ανέκτησε την ενθύμηση ότι ταξιδεύει για ν’ ανακτά!

Και όσο πιο βέβαιη ένιωθε για τον σκοπό του ταξιδιού της, τόσο πιο συχνά άρχισε να βλέπει μία χρυσαφένια λάμψη παντού γύρω της, παρότι δεν μπορούσε να δει την μπούκλα. Έβλεπε όμως ένα φως που έλαμπε προς όλες τις κατευθύνσεις και φανταζόταν ότι βρίσκεται σε ασφαλή χέρια. Στην πραγματικότητα βρισκόταν πάνω σ’ ένα κεφάλι, ταξιδεύοντας στα χρυσά μαλλιά εκείνου του κεφαλιού. Αυτό ακόμα δεν μπορούσε να το διακρίνει. Όμως μια χαρά τα είχε καταφέρει. Είχε κατορθώσει να θυμηθεί τον ίδιο τον σκοπό του ταξιδιού. Τώρα, το πού πάνω ταξίδευε, και πώς γινόταν να ταξιδεύει, δεν ήταν δα και τόσο σημαντικά θέματα!

Όσο πιο βέβαιη ήταν για την ανάκτηση, τόσο πιο συχνά και τόσο πιο εύκολα οι ιστορίες που έβλεπε εύρισκαν λύσεις, τόσο πιο συχνά υπερνικούσε τις αντιξοότητες, και όλο και λιγότερο την απασχολούσε το τι θ’ αποκτήσει, τι θ’ αποκομίσει, τι θα πάρει, τι θα κερδίσει.

Μ’ αυτόν τον πλήρως θαυματουργό τρόπο, η Μέρλυα έβαλε το κλειδί στην κλειδαριά του ίδιου του εαυτού της. Όλο και περισσότερο είχε αναλαμπές λύσεων, όλο πιο συχνά ξεθάρρευε, και όλο και πιο συχνά υιοθετούσε πιο τολμηρές και απλές λύσεις και τρόπους σε όλα αυτά που κάποτε φαίνονταν μεγάλα και ανυπέρβλητα προβλήματα και εμπόδια.

Η ζαλάδα του ταξιδιού άρχισε να μειώνεται, και οι ιστορίες που έβλεπε άρχισαν ν’ αλλάζουν προς το καλύτερο. Ήταν τόση η σημασία που είχε δώσει στην ανάκτηση που, σε κάθε ιστορία που έβλεπε, το μυαλό της αναρωτιόταν «τι μπορώ ν’ ανακτήσω εδώ; Τι μπορώ ν’ ανακτήσω σ’ αυτή την περίσταση; Τι μπορώ ν’ ανακτήσω αυτή την στιγμή;»

Μια αμυδρή εντύπωση κάποιες στιγμές σχηματιζόταν στην άκρη του νου της. Μία παράξενη και αστεία αίσθηση ότι ταξίδευε πάνω σε μία μακριά κώμη, ενός άντρα όμορφου σαν αρχαιοελληνικό άγαλμα. Και αυτή η αίσθηση ήταν τόσο αστεία που την έκανε να γελά με τον εαυτό της και τις φαντασίες της. Και πράγματι φανταζόταν αυτό τον άντρα, όμορφο και γελαστό, ευγενή και αγέρωχο, σοφό και ισχυρό, ακέραιο και παντοδύναμο, βασιλιά ενός μεγάλου βασιλείου όπου η ειρήνη βασίλευε και οι άνθρωποι ζούσαν χαρούμενοι και υγιείς και δημιουργικοί τις ζωές τους. Με την φαντασία της «στόλιζε» το άγαλμα με όλο και πιο εξαίσιες ποιότητες. Ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να ονειρευτεί, να φανταστεί, να διανοηθεί. Και μην γελιέστε, η Μέρλυα είχε αχαλίνωτη και απεριόριστη φαντασία!

Το χρυσό φως που έβλεπε άρχισε να είναι πιο σταθερό και να φωτίζει μέρα και νύχτα την διαδρομή της πάνω στην μπούκλα. Και η Μέρλυα άρχισε να ξεχνά το σκοτάδι, άρχισε να χάνει τον φόβο της, άρχισε να μειώνεται η αγωνία της ζωής, η ανησυχία για το ταξίδι. Κάτι μαγικό συνέβαινε που η Μέρλυα κάποιες στιγμές συνειδητοποιούσε, και πολλές άλλες όχι. Βλέπετε, ήταν και η ταχύτητα του ταξιδιού τέτοια που τι να προλάβει κι εκείνη να πρωτο-συνειδητοποιήσει!

Ο χρόνος πέρναγε και η Μέρλυα συνέχιζε το ταξίδι της στην χρυσαφένια μπούκλα ανακτώντας όλα όσα ήταν αλήθεια δικά της. Και ήταν δική της η μεγαλύτερη υπομονή, ήταν δική της η βαθύτερη σοφία. Ήταν δική της η μεγαλύτερη σιωπή, ήταν δικός της ο ουσιαστικότερος σεβασμός. Ήταν δική της η συγκράτηση των επιθετικών παρορμήσεων, ήταν δική της η αναχαίτιση των εύκολων κριτικών. Ήταν δική της η κυριαρχία στις ανασφάλειές της και ήταν δική της η τιθάσευση των απαξιωτικών σκέψεων. Ήταν δική της η βαθύτερη καλοσύνη και ήταν δική της η αληθινή κατανόηση. Ήταν δική της η αδιαφορία για τις γνώμες των άλλων, και ήταν δικό της το νοιάξιμο γι’ αυτούς. Ήταν δική της η αγάπη για τον κόσμο, και ήταν δικός της ο κόπος και ο χρόνος που διέθετε γι’ αυτόν. Δικά της ήταν όλα αυτά και ακόμα περισσότερα, μιας και ο θησαυρός που ήταν κλειδωμένος ήταν τόσο πολύ μεγαλύτερος απ’ ότι εκείνη θα τολμούσε ποτέ να φανταστεί.

Και ήταν μία απρόσμενη στιγμή, η Μέρλυα πήρε ενεργητικά το μέρος της αγάπης πράττοντας αυτό που η αγάπη της ψιθύρισε. Και παραμερίζοντας την αμηχανία, την ντροπή, την ανασφάλεια, την αυτουποτίμηση και καθετί μικρό, μετέφερε με τα λόγια και τον τρόπο της την σοφία που η αγάπη της υπαγόρευε για χάρη κάποιου άλλου. Και ήταν τότε ακριβώς που άκουσε την φωνή του αγάλματος πάνω στην κώμη του οποίου ταξίδευε, να της ψιθυρίζει «Εσύ είσαι το θαύμα».

Αμέσως κατάλαβε! Με τα μάτια βουρκωμένα, την καρδιά να πάλλεται σαν την ελληνική σημαία πάνω στην ακρόπολη, κατάλαβε. Αυτό ήταν το ταξίδι για την ανάκτηση του θησαυρού, και εκείνη ήταν ο θησαυρός! Αυτό ήταν το ταξίδι στην χρυσαφένια μπούκλα, και εκείνη ήταν ο χρυσός που ανήκε στην μπούκλα! Αυτό ήταν το ταξίδι της ανάκτησης. Εκείνη ήταν το πραγματικό θαύμα, το μόνο θαύμα, το μεγαλύτερο και το πιο καλό κρυμμένο!

 

© 2019 Χαριτίνη Χριστάκου